Ο βοσκός της Κέρου

Κείμενο  Ηλίας Προβόπουλος
Είναι ο τελευταίος μιας γενιάς Κυκλαδιτών οι οποίοι ζούσαν ένα μεγάλο μέρος του χρόνου στα μικρονήσια κοντά στα κοπάδια τους ο Δημήτρης Ρουσέτου Αρτέμης, που γεννήθηκε στον Ποταμό της Αμοργού.

Και ζούσε όχι βέβαια σε οποιοδήποτε νησάκι του Αρχιπελάγους, αλλά στη μαγική Κέρο, το νησί στο έδαφος του οποίου βρέθηκαν τα σπουδαιότερα ειδώλια του κυκλαδικού πολιτισμού, ο αρπιστής και ο αυλητής.

Το νησί, που είναι κηρυγμένο ως σημαντικός αρχαιολογικός τόπος, είναι ένας χώρος που απαιτούνται προϋποθέσεις για την επίσκεψη και την παραμονή των επισκεπτών πάνω του και γι’ αυτό είχε πάντα τον νου του ο Δημήτρης, στην κατοικία του οποίου κατέληγε και η τηλεφωνική γραμμή. Μια γραμμή που τον κρατούσε και σε επαφή με το Κουφονήσι και του ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη, γιατί δεν ήταν και λίγες οι φορές που τον απέκλειε ο καιρός, που δεν αστειεύεται ακόμα και το καλοκαίρι, καθώς οι αέρηδες από το Ικάριο φτάνουν δυνατοί σε αυτό το σημείο των Κυκλάδων και αλωνίζουν μέσα στις Μικρές Κυκλάδες.

Ο Δημήτρης, που φέτος δυσκολεύτηκε από ζητήματα της υγείας του και παρέμεινε αρκετό καιρό μακριά από την Κέρο και τα ζωντανά του αφέθηκαν στη φροντίδα του Θεού, δεν επέστρεψε ακόμη στην αρχαία κατοικία για να είναι κοντά στο κοπάδι τώρα που τον έχει περισσότερη ανάγκη για νερό κυρίως και λιγότερο για τροφή. Τούτη τη δουλειά την ανέλαβε κάποιος από το Κουφονήσι και κάπως έτσι βολεύεται η κατάσταση με τα ζωντανά, αλλά η απουσία του Δημήτρη είναι εμφανής, γιατί κανείς πλέον δεν βρίσκεται στην Κέρο να προϋπαντήσει τον επισκέπτη, να του μιλήσει για το νησί και τι κρύβει στη γη του και να του προσφέρει ένα ποτήρι νερό στον ίσκιο της μικρής αυλής του.
ΠΗΓΗ Εθνος.gr

Και λίγο ΙστορίαΗ ιστορία της Κέρου είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη σημερινή εγκαταλελειμμένη και έρημη εικόνα. Κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.) η Κέρος εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα του κυκλαδικού πολιτισμού. Μαζί με τον οικισμό και το νεκροταφείο της Χαλανδριανής της Σύρου καθόρισε την εξέλιξη της ώριμης φάσης του κυκλαδικού πολιτισμού, της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ (ΠΚ ΙΙ), η οποία χρονολογείται ανάμεσα στο 2800-2300 π.Χ. και είναι γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία με τον όρο «φάση Κέρου-Σύρου». Τα φημισμένα ειδώλια («Αρπιστής», «Αυλητής», «Προπίνων») και η ποικιλία των μαρμάρινων και πήλινων σκευών και αντικειμένων που προέρχονται από θέσεις του νησιού (Κάβος Δασκαλειού, Κονάκια) αποδεικνύουν την κεντρική και καθοριστική θέση της Κέρου στην επικράτηση και διάδοση των χαρακτηριστικών του κυκλαδικού πολιτισμού.

Για τις επόμενες περιόδους δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα, εκτός από το ότι το νησί μετά τους Περσικούς πολέμους εντάχθηκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία, όπως τα περισσότερα νησιά των Κυκλάδων, με το όνομα Κέρεια. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα η Κέρος, όπως και όλο το σύμπλεγμα των Μικρών Ανατολικών Κυκλάδων, αποτελούσε βάση και κρησφύγετο των πειρατών, με αποτέλεσμα η οικονομία και η ζωή των κατοίκων του να καθορίζεται από τις εξελίξεις της πειρατείας. Στα νεότερα χρόνια αποτελούσε ιδιοκτησία της μονής της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας της Αμοργού. Το 1952 περιήλθε στην Γεωργική Υπηρεσία, η οποία την παραχώρησε σε βοσκούς.
Σήμερα, οι μόνες ενδείξεις ζωής πάνω στο νησί είναι κάποια καταλύματα στη θέση «Κονάκια» στο μέσο της βόρειας ακτής, για τους κτηνοτρόφους που εποχικά επισκέπτονται το νησί, καθώς και μικρά ξωκκλήσια (Κονάκια, Παναγίτσα). Ένα πολύ πρόχειρο οδικό δίκτυο από σχετικά βατούς και στενούς χωματόδρομους διασχίζει το κέντρο του νησιού και χρησιμοποιείται μόνο από τους κτηνοτρόφους.

Απάντηση